Διαψεύδοντας τα ρεπορτάζ της Washington Post και άλλων αμερικανικών μέσων, η υπηρεσία Skype της Microsoft δηλώνει ότι οι αλλαγές που πραγματοποίησε πρόσφατα στα κέντρα δεδομένων της δεν έχουν στόχο να διευκολύνουν τις αρχές στην παρακολούθηση των κλήσεων και των μηνυμάτων των χρηστών.
Με ανάρτηση σε επίσημο εταιρικό ιστολόγιο, το Skype χαρακτηρίζει «ψευδή» τον ισχυρισμό ότι «προχώρησε σε αλλαγές της αρχιτεκτονικής του με εντολή της Μicrosoft, προκειμένου να προσφέρει στις διωκτικές αρχές μεγαλύτερη πρόσβαση στις επικοινωνίες των χρηστών του».
Η υπηρεσία ωστόσο δεν διαψεύδει ότι προσφέρει δεδομένα στην αστυνομία όταν αυτό απαιτείται από το νόμο. «Όταν ένας φορέας επιβολής του νόμου ακολουθεί την κατάλληλη διαδικασία, αποκρινόμαστε όταν αυτό απαιτείται από το νόμο και είναι τεχνικά εφικτό».
Με την τελευταία της ανακοίνωση η υπηρεσία της Μicrosoft επιχειρεί να καθησυχάσει τις φήμες και τα ρεπορτάζ σχετικά με τη συνεργασία της με την αστυνομία.
Η υπόθεση ξεκίνησε το 2009, όταν η Microsoft κατέθεσε αίτηση για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για μια τεχνολογία «νόμιμης υποκλοπής», η οποία «έχει τη δυνατότητα να αντιγράφει σιωπηλά την επικοινωνία μεταξύ τουλάχιστον δύο οντοτήτων». Η αίτηση αναφερόταν συγκεκριμένα «στο Skype και υπηρεσίες σαν το Skype», παρόλο που κατατέθηκε 17 μήνες πριν η Microsoft αγοράσει τελικά το Skype για 8,5 δισ. δολάρια.
Η υπόθεση απασχόλησε αυτή την εβδομάδα την Washington Post, η οποία έγραψε ότι, σύμφωνα με αξιωματούχους της κυβέρνησης και της βιομηχανίας, το Skype «επέκτεινε τη συνεργασία του με τις διωκτικές αρχές ώστε να καταστήσει τα online chat και άλλα δεδομένα των χρηστών διαθέσιμα στην αστυνομία».
Η διεύθυνση της εταιρείας δεν αρνείται ότι συνεργάζεται με τις αρχές όταν αυτό της ζητηθεί βάσει του νόμου, διαβεβαιώνει όμως ότι οι αλλαγές που πραγματοποίησε στην υποδομή της δεν ανοίγουν νέα κερκόπορτα για υποκλοπές από την κυβέρνηση.
Το λογισμικό Skype βασιζόταν παλαιότερα σε υπολογιστές των ίδιων των χρηστών προκειμένου να εντοπίζουν οι συνδρομητές του ο ένας τον άλλο και να συνδέονται για κλήση. Τώρα, όμως, οι κλήσεις δρομολογούνται μέσω κέντρων δεδομένων, ή «υπερκόμβους», τους οποίους νοικιάζει η Skype στο υπολογιστικό νέφος της Amazon και της Microsoft.
H εταιρεία διαβεβαιώνει πάντως ότι οι κλήσεις φωνής και βίντεο δεν καταγράφονται από τα κέντρα δεδομένα της εταιρείας, αφού τα δεδομένα ανταλλάσσονται απευθείας μεταξύ των χρηστών. Εξαίρεση είναι η περίπτωση τηλεδιασκέψεων με περισσότερα από δύο πρόσωπα, οπότε η κλήση πρέπει να περνά από τους διακομιστές τους για τεχνικό λόγο.
Όσον αφορά τα μηνύματα κειμένου, η ανάρτηση αναφέρει ότι ορισμένα από αυτά αποθηκεύονται στα κέντρα δεδομένων για να παραδοθούν αργότερα σε όλες τις συσκευές του παραλήπτη. Σύμφωνα με την
πολιτική ασφάλειας και ιδιωτικότητας του Skype, τα στιγμιαία μηνύματα (ΙΜ) αποθηκεύονται για χρονικό διάστημα 30 ημερών κατά το μέγιστο, εκτός αν επιτρέπεται ή απαιτείται από το νόμο να γίνει διαφορετικά».
Όταν οι αρχές «ακολουθούν τις κατάλληλες διαδικασίες και μας ζητηθεί πρόσβαση σε μηνύματα που βρίσκονται προσωρινά σε διακομιστές μας, θα το κάνουμε» αναφέρει η νέα ανάρτηση, τονίζοντας όμως ότι αυτό συμβαίνει «μόνο αν απαιτείται από το νόμο και είναι τεχνικά εφικτό».